- Εχεδημια
- Ἐχεδημίαἡ Эхедемия (древнее название Академии) Dicearchus ap. Plut.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ἐχεδημία — ἐχεδημίᾱ , ἐχεδημία fem nom/voc/acc dual ἐχεδημίᾱ , ἐχεδημία fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εχεδημία — ἐχεδημία, ἡ (Α) αρχαία ονομασία τής Ακαδημίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < κύριο όνομα Εχέ δημος (< εχε * < έχω Ι + δήμος)] … Dictionary of Greek
ἐχεδημίαν — ἐχεδημίᾱν , ἐχεδημία fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εχε- — (ΑΜ ἐχε ). [ΕΤΥΜΟΛ. Τα σύνθ. με α συνθετικό εχε ανήκουν στη γενικότερη κατηγορία τών συνθέτων με ρηματικό θ. ενεστ. ή αορ. ως α συνθετικό, παρ όλο που αναπτύχθηκαν πολλές απόψεις για την ερμηνεία τού σχηματισμού τους πρβλ. αρχέ κακος, εχέ θυμος,… … Dictionary of Greek